ΚΑΝΑΒΑΙΟΙ

Και τώρα η σειρά της άλλης μεγάλης οικογένειας της Μεγάλης Λομποτινάς, της οικογένειας των Καναβαίων. Βέβαια στην αξιολόγηση των δύο αυτών οικογενειών, οι Καναβαίοι κατέχουν τα πρωτεία όχι μόνο στη Μεγάλη Λομποτινά αλλά σ’ όλη την Επαρχία κι ακόμα πιο πέρα. Πολύ λίγες οικογένειες, ελάχιστες σ’ όλη τη Στερεά Ελλάδα είχαν την ίδια κοινωνική προβολή με τους Καναβαίους. Πρώτα-πρώτα ήταν η βυζαντινή προέλευση τους την οποία μπορεί να είχαν κι άλλοι όμως κανείς δεν είχε αυτοκρατορικούς τίτλους όπως οι Καναβαίοι (όρα την ιστορική μας μονογραφία: Γιώργος-Λογοθέτης Α. Καναβός. Αθήνα 1979). Κι εξόν αυτό δεν στερούνταν κι άλλων στοιχείων αρχοντιάς και μεγαλείου οικογενειακού: Ήταν ο επιβλητικός πύργος των, τα καρπερά τσιφλίκια τους και τ’ απέραντα βοσκοτόπια τους. Βέβαια οι Καναβαίοι εκτός από τον επιβλητικό πύργο στη Λομποτινά είχαν και δεύτερο πύργο στο τσιφλίκι τους στον Μαραθιά, περιοχή Παλιόπυργου του οποίου σώζονται ερείπια. Καταβάλλεται μάλιστα προσπάθεια να χαρακτηριστεί μνημείο διατηρητέο και η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων βεβαίωσε πως θα γίνει αυτοψία και σύνταξη μελέτης για τη δυνατότητα εκτέλεσης εργασιών στερέωσης.

Παρά πολλά είναι εκείνα που έχουμε εκθέσει στο βιβλίο μας για τον Γ. Καναβό κι ίσως να μην χρειάζονταν να προσθέσουμε τίποτε άλλο, όμως για μια οικογένεια σαν κι αυτή, δεν εξαντλούνται εύκολα τα γεγονότα που την σημαδεύουν κι ίσως είναι σωστό να λέμε πως δεν τελειώνουν αυτά ποτέ. Με όσα θ’ ακολουθήσουν σκοπός μας είναι να προσθέσουμε μερικά μόνο στοιχεία σ’ εκείνα που έχουμε εκθέσει στην παραπάνω εκδοθείσα το 1979 ιστορική μονογραφία μας.

Οι Καναβαίοι πήραν μέρος στον αγώνα του ’21 από την αρχή, όντας μυημένος στη Φιλική Εταιρεία ο Γιώργος-Λογοθέτης Καναβός ο περισσότερο γνωστός και διακεκριμένος απ’ την μεγάλη αυτή φαμίλια. Το ίδιο όμως διακεκριμένος αγω­νιστής υπήρξε κι ο αδελφός του Αναγνώστης-Ανδρέας, ο οποίος έφτασε στο βαθ­μό του στρατηγού, κι από κοντά κι ο θείος των Αντώνης Καναβός, αδελφός του πατέρα τους Αναγνώστη-Νικολάου Καναβού. Από τους τρεις μόνο ο Αναγνώστης-Ανδρέας έζησε να χαρεί την Ελλάδα ελεύθερη από την τουρκική σκλαβιά. Ο Γιώργος πέθανε στο τέλος του 1826 αρχές του 1827 ο δε Αντώνης σκοτώθηκε κατά τις 22 Οκτωβρίου του 1828 στη Ρέρεσι καθώς τον κουβαλούσε μαζί του όμηρο ο Αχμέτ Πρεβίστας μαζί με άλλους πρόκριτους της περιοχής όταν ο αρβανίτης σερασκέρης τόσκασε απ’ τη Μεγάλη Λομποτινά με τις δυνάμεις του, με σκοπό να φτάσει στον Έπαχτο. Εκεί στη Ρέρεσι τους είχανε στήσει καρτέρι οι ελληνικές δυνάμεις κι από τα πυρά των Ελλήνων σκοτώθηκε ο Αντώνης Καναβός καθώς ακολουθούσε τους αρβανίτες πάνω σε μουλάρι, επειδή όντας μεγάλης ηλικίας και καλομαθημένος δεν μπορούσε ν’ ακολουθήσει πεζός τις εχθρικές δυνάμεις.

Στη συνέχεια, θα καταχωρήσουμε αποσπασματικά ορισμένα μόνο στοιχεία γύρω από τη συγκρότηση των οικογενειών των Καναβαίων και βέβαια δεν θ’ ανατρέξουμε πίσω απ’ το 1700, επειδή δεν υπάρχουν γνωστά στοιχεία. Μπορούμε μόνο να πούμε σίγουρα ότι η οικογένεια αυτή έφτασε στη Μεγάλη Λομποτινά μετά την άλωση της πρωτεύουσας του Βυζαντίου το 1453, ρίζωσε για καλά στο χωριό κι έπαιξε σημαντικό ρόλο και κατά τη διάρκεια της σκλαβιάς του γένους στην τουρκιά και κατά τη διάρκεια της Επαναστάσεως του ’21 αλλά και μετά την επανάσταση στον ελεύθερο πολιτικό βίο της Ελλάδος μέχρις ότου η μεγάλο-κοτσαμπασίδικη αυτή οικογένεια της Μεγάλης Λομποτινάς έσβυσε με το θάνατο του τελευταίου απογόνου της, του Γιάννη-Νικολάου Καναβού, που συνέβη στις 29 Απριλίου του 1953.

Ο Γιώργος-Λογοθέτης Α. Καναβός μετά την πτώση του Μεσολογγίου τον Απρίλιο του 1826 πήρε εντολή απ’ την προσωρινή Κυβέρνηση του Ναυπλίου να αναχωρήσει για τη Στερεά Ελλάδα με σκοπό να οργανώσει νέα εκστρατεία κατά του εχθρού ο οποίος μετά την πτώση του Μεσολογγίου αλώνιζε κυριολεκτικά σ’ όλη τη Στερεά και πλήθος καπεταναίων είχαν υποκύψει. Όμως στο δρόμο αρρώστησε, μεταφέρθηκε στο Μέγα Σπήλαιο κι εκεί μετά πέντε ημέρες πέθανε, «…εγκαταλειπών εις την νήσον Αιγίνης πολυάριθμον οικογένειαν μετά τριών ανηλίκων θυγατέρων εξ ων η μεν πρώτη οκταετής, η δε μεσαία πενταετής και η μικρότερα βρέφος, όπου παραμείνασα τέσσερα ολόκληρα έτη άνευ ουδενός πόρου και λιμοκτονούσα ηναγκάσθησαν να πωλήσωσι και αυτά τα φορέματα των…» (Χ.Δ. Χαραλαμπόπουλος: Γιάννη Φαρμάκη. Πολεμικά Πρακτικά 1983 σ.51).

Απ’ την περικοπή αυτή προβάλει το ερώτημα: Ποια είναι τα πρόσωπα εκτός από τις τρεις κόρες του, που ο Γ. Καναβός άφησε στην Αίγινα; Η γυναίκα του είχε σκοτωθεί στην ανατίναξη του πύργου μαζί με ένα μωρό της που κρατούσε στην αγκαλιά της, η Μάνα του που τραυματίστηκε απ’ την ίδια αιτία πέθανε μετά λίγους μήνες, τον Πατέρα του τον είχε δολοφονήσει ο Αλή πασάς πριν από χρόνια. Ποια λοιπά μπορούσα να είναι τα άλλα άτομα της οικογενείας του; Αδυνατούμε να τα προσδιορίσουμε. Το μόνο που θα μπορούσαμε να κάνουμε είναι να διερωτηθούμε μήπως στην εποχή εκείνη—μετά την πτώση του Μεσολογγίου είχαν καταφτάσει στην Αίγινα ο θείος του Αντώνης Καναβός, αδελφός του πατέρα του, η κόρη του Αντώνη η Τασιούλα, της οποίας ο άντρας σκοτώθηκε στη μάχη της Κλείσοβας στις 25 Μαρτίου 1826, και μέλη της οικογενείας του αδελφού του Αναγνώστη-Ανδρέα Καναβού;

Όμως ένα σημαντικό ακόμα ερώτημα είναι και το εξής: Όταν λέγεται ότι η τρίτη κόρη του Γιωργάκη Καναβού ήταν βρέφος κατά τον θάνατο του Πατέρα της, ερωτάται: Ποιας ηλικίας βρέφος; Δεδομένου ότι η πρώτη ήταν οκταετής και η δεύτερη πενταετής, η τρίτη θα έπρεπε να είναι διετής ή το πολύ τριετής. Όμως στην περίπτωση αυτή προβάλει το τελευταίο και ποιο καίριο ερώτημα: Αι του βρέφους ποια μπορούσε να είναι η Μάνα του;

Είναι γνωστό ότι στα τέλη του 1822 αρχές-Γενάρης-του 1823, έγινε η ανατίναξη του πύργου των Καναβαίων με αποτέλεσμα να σκοτωθεί εκτός των άλλων και η σύζυγος του Γιωργάκη Καναβού με το νεογέννητο στην αγκαλιά της. Επομένως, εάν είναι πραγματικές οι ηλικίες των τριών κοριτσιών, τότε η τρίτη αδελφή-βρέφος, θα πρέπει να μην είναι κόρη της θανατωθείσης Καναβοαρχόντισας απ’ την ανατίναξη αλλά κόρη δεύτερης συζύγου την οποία να έλαβε ο Γιώργος Λογοθέτης Α. Καναβός, όντας χήρος απ’ την πρώτη γυναίκα του κι αφού βεβαιώθηκε ότι δεν μπορούσε να βολέψει την οικογένεια του μόνος του με κόρες κάτω των οχτώ ετών, αλλά και να μην… βολεύονταν και ο ίδιος.

Η έρευνα μπορεί να φωτίσει κάποτε και αυτή τη γωνιά της Καναβαίïκης φαμίλιας, εκτός εάν οι αναφερόμενες ηλικίες των τριών κοριτσιών τέθηκαν έτσι αβασάνιστα οπότε αντί να μιλάμε για βρέφος μπορεί να ήταν μια μικρή δεσπινιδούλα των 6-7 ετών κι οι αδελφές της να ήταν των 10 και 12 ετών, αν όχι και παραπάνω.

Η αναφερόμενη οκτάχρονη κατά το 1826-1827 κόρη του Γιωργάκη Καναβού ήταν η περίφημη Δεσποινιά ή Δεσπούλα, ή Δέσπω ή Πέπω την οποία απήγαγε και έκαμε γυναίκα του ο γνωστός οπλαρχηγός του ’21 Γιάννης Παναγιώτου Φαρμάκης από τη Βοϊτσά. Το γεγονός αυτό συνέβη το 1831, όταν δηλαδή η Πέπω 13 χρονών κι ο Φαρμάκης 30, αφού αυτός γεννήθηκε το 1801 και πέθανε το Μάρτη του 1855 σε ηλικία 54 ετών. Υποπτεύεται κανείς ότι οι αναφερόμενες ηλικίες των θυγατέρων του Γιώργου-Λογοθέτη Καναβού, μάλλον δεν είναι σωστές.

Η Πέπω από τον γάμο της με τον Γιάννη Φαρμάκη, «τον μικρό κατά το σώμα αλλά μεγάλον στα έργα και αρειμάνιον», απόχτησε τρεις γιους τον Γιώργο το Νίκο και τον Δήμο και μία κόρη, την ευειδεστάτη και απαράμιλλη μεταξύ νεανίδων της εποχής, τη Ρήνα η οποία γεννήθηκε το 1836 και παντρεύτηκε σε νεαρότατη ηλικία τον κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερο της αξιωματικό Κώστα γιο του Λάμπρου Βέϊκου, και πέθανε από μαρασμό το 1858 σε ηλικία 22 ετών πρόλαβε ν’ αφήσει πίσω της τρία βρέφη (Χ.Δ.Χ. όπ. αν.).

Οι άλλες δύο αδελφές της Δέσπως, η Ειρήνη παντρεύτηκε τον Γιώργο Γιολδάση, πολεμιστή του ’21, που γεννήθηκε το 1798 στο Καρπενήσι κι ήταν γιος του Ευρυτάνα πρωτοκαπετάνιου Γιάννη Γιολδάση, ενώ η τρίτη αδελφή, η Γιωργίτσα παντρεύτηκε τον Παναγιώτη Τσιμπουράκη. (Δεν ξέρουμε ποιος από πού είναι ο Π. Τσιμπουράκης. Δεν αποκλείεται να πρόκειται για τον Μεσοαστό Παναγιώτη Τσιμπουράκη, που όντας πολύ μικρός πιάστηκε αιχμάλωτος στην έξοδο του Μεσολογγίου, οδηγήθηκε στην Αίγυπτο απ’ όπου επέστρεψε ύστερα από πολλά χρόνια, αναμείχτηκε στην πολιτική και χρημάτισε πολλές φορές Δήμαρχος Μεσολογγίου και Βουλευτής).

Για τον Αναγνώστη-Ανδρέα Καναβό, αδελφό του Γιώργου-Λογοθέτη πού έχουμε καταχωρήσει βιογραφικά του στοιχεία στο βιβλίο μας «Ναυπάκτιοι Αγωνιστές το ’21» που κυκλοφόρησε το 1984. Συμπληρωματικά σημειώνουμε ότι ο Αναγνώστης Καναβός διακρίθηκε κυρίως στη μάχη της Παπαδιάς Ιούλιος 1825-όταν μαζί με τον κουμπάρο του στρατηγό Ανδρίτσο Σαφάκα, των αρμάτων των Κραβάρων, και με τον Γιάννη Φαρμάκη, σημείωσαν νίκη κατά των εχθρικών δυνάμεων, απ’ τις οποίες έμειναν στον τόπο κάπου πενήντα στρατιώτες του εχθρού κι ακόμα πολλά λάφυρα; στα χέρια των νικητών.

Το όνομα του Αναγνώστη Καναβού αναφέρεται μεταξύ των 95 οπλαρχηγών που υπογράφουν την έκθεση του αρχηγού Καραϊσκάκη που στάλθηκε στην κυβέρνηση μετά την περίφημη μάχη της Αράχωβας στις 24 Νοεμβρίου 1826.

Ο Αναγνώστης Καναβός είχε σύζυγο την Ελένη Δεσποτόπουλου από τη Χ ρη, αδελφή του Γιαννέκου Δεσποτόπουλου, ο οποίος χρημάτισε πρώτος Ειρηνοδίκης στο Ειρηνοδικείο της Μεγάλης Λομποτινάς και κατόπιν συμβολαιογράφος στον Πλάτανο.

Ο Αναγνώστης Καναβός, πεθαίνοντας στις 16 Μαρτίου 1844, άφησε τη σύζυγο του Ελένη και δύο παιδιά, τον Νικόλαο Καναβό και την κόρη του Ασπασία.

Για τον Νικόλαο δεν θα σημειώσουμε τίποτα εδώ, επειδή ό,τι τον αφορά γράφουμε σε άλλο μέρος του παρόντος και συγκεκριμένα στην Πολιτική Ιστορία της Μεγάλης Λομποτινάς.

Όσο για την Ασπασία, σημειώνουμε ότι το 1855, παντρεύτηκε τον υπολοχαγό Παναγιώτη, γιο του Παπακώστα Τζαμάλα από τα Σάλωνα. Ο Πατέρας του Παναγιώτη, ο Παπακώστας Τζαμάλας, υπήρξε από τους αρχηγούς αντιοθωνικούκινήματος στη Στερεά Ελλάδα το 1848.0 ίδιος κατά το 1848-1850 ήταν από λίγους αρχηγούς ανταρτικών σωμάτων, ετοίμων να εισβάλουν στη Θεσσαλία προς απελευθέρωσή της από τους Τούρκους. Ο Παπακώστας υπήρξε επιβλητική γενειοφόρα επαναστατική φυσιογνωμία, χαρακτηριστικός τύπος ένοπλου στρατολογήθηκε κατά περιόδους από τις ελληνικές κυβερνήσεις για να λάβει μέρος σε επαναστάσεις αλυτρώτων Ελλήνων.

Ο Παναγιώτης Τζαμάλας είχε την παλληκαριά και την αντρειοσύνη στο αίμα του, μαζί με την αρχοντιά, κι αυτά ήταν που τον οδήγησαν στην περίλαμπρη οικογένεια της Μεγάλης Λομποτινάς.

Τον θάνατον του Παναγιώτη Παπακώστα Τζαμάλα αντισυνταγματάρχου Πεζικού, αναγγέλει η εφημερίδα ΑΙΩΝ στις 14Αυγ. 1881.

Όμως δεν ήταν η πρώτη φορά που η οικογένεια των Καναβαίων συμπεθέρεψε με τα Σάλωνα. Είχε προηγηθεί αρκετά ενωρίτερα σε χρόνο που δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε, γάμος μεταξύ της Αικατερίνης Αναγνώστου-Νικολάου Καναβού με τον Χριστοδουλάκην Βλαχόπουλον, κάτοικον Αμφίσης. Ο γάμος αυτός σίγουρα πρέπει να έγινε πριν από την επανάσταση του 1821, αφού το 1841 η Αικατερίνη διόριζε τον γιό της πληρεξούσιο της για να παρίσταται στα δικαστήρια αντ’ αυτής. Η Αικατερίνη ήταν αδελφή του Γιωργάκη-Λογοθέτη Καναβού του Αναγνώστη-Ανδρέα Καναβού.

Η Αικατερίνη απέδειξε κι αυτή με τη σειρά της ότι στις μεγάλες οικογένειες έχουν πολύ να κάμουν οι κληρονομικές διαφορές.

Όπως η Χάιδω Οικονομοπούλα, σύζυγος του Παναγιωτάκη Σωτηρόπολου κράτησε επί είκοσι χρόνια τις κουνιάδες της Μαρία και Αικατερίνη Σατηρόπούλες «στα έξη μέτρα με το χέρι της στη σκανδάλη του πολυβόλου της» σέρνοντάς τες από Δικαστήριο σε Δικαστήριο ως που τελικά έβγαλε στο σφυρί και τελευταία ίντσα από την κτηματική περιουσία των Σωτηροπούλων, το ίδιο αι η Αικατερίνη Καναβοπούλα άρχισε δικαστικό αγώνα κατά του αδελφού της γνώστη-Ανδρέα Καναβού.

Δεν μας είναι γνωστό εάν άρχισε ο δικαστικός αγώνας της Αικατερίνη κατά του αδελφού της, ούτε τί τέλος είχε, εάν δηλ. η κληρονομική τους διαφορά έφτασε επί τέλους στα Δικαστήρια. Έπειτα πώς γίνεται να προβάλουν κληρονομικά δικαιώματα τ’ αδέρφια του πάνω στην περιουσία που άφησε πεθαίνοντας ο Γιώργος Καναβός αφού είχε άμεσους κληρονόμους τις τρεις κόρες του;

Ένα ακόμα δραστήριο άτομο της Καναβαίικης γενιάς ήταν κι η μοναχοκόρη του Αντώνη Καναβού η περίφημη Τασιούλα.

Η Τασιούλα ήταν πρωτοξαδέρφη του Γιωργάκη-Λογοθέτη και του Αναγνώστη-Ανδρέα Καναβού. Ο Πατέρας της Αντώνης ήταν αδελφός του Νικολάκη Αναγνώστη Καναβού, τον οποίον σκότωσε ο Αλήπασας, κι ο Αντώνης, όπως έχουμε γράψει, σκοτώθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1828 στη Ρέρεσι.

Η Τασιούλα είχε παντρευτεί τον Γρηγόρη Γαλάνη ή Μεγαπάνο, γιο του πάμπλουτου και πανίσχυρου Πάνου Γαλάνη από τον Μαχαλά του Ξηρομέρου ο οποίος χάρις στο πλούτος και την ισχυρή του θέση, σαν αναγνωρισμένος αρχηγός όλης της περιοχής της γνωστής ως «Κάρλελι», πήρε το επώνυμο «Με νος» κι έτσι παρέμεινε γνωστός στην ιστορία ο ίδιος και τα παιδιά του.

Η Τασιούλα απ’ το γάμο της με το Γρηγόρη Μεγαπάνο είχε αποχτήσει μ ρη,την Μαρούλα.

Ο Γρηγόρης πολέμησε σαν αξιωματικός το ’21 επί κεφαλής σώματος ππυ οργάνωσε ο ίδιος, παραυρέθηκε με το τμήμα του σε διάφορες μάχες ακόμα και στην πολυθρύλητη μάχη της Κλείσοβας στις 25 Μαρτίου 1826, όπου πολέμησε με τον αρχηγό της φρουράς, τον Παναγιώτη Σωτηρόπουλο και στην οποί ο Γρηγόρης σκοτώθηκε. Έτσι η Τασιούλα έμεινε χήρα με την ορφανή κόρη της Μαρούλα.

Όταν ο Αγώνας για την απελευθέρωση της πατρίδας τελείωσε κι ο ελεύθερος βίος επεκράτησε, η Τασιούλα, άγνωστο πότε ακριβώς παντρεύτηκε το Νίκο Θέο, ο οποίος και εγκαταστάθηκε στη Μεγάλη Λομποτινά.

Ο Νίκος Θέος, που είχε διατελέσει Γραμματικός του Αλήπασα, ήταν γιός κοτσάμπαση του Χωριού Χρύσω της Ευρυτανίας, Θέου ή Τσάτσου. Ο Νίκος βαρύνεται με ένα σοβαρότατο έγκλημα. Δολοφόνησε τον αδελφό του Κατσαντώνη, τον Λεπενιώτη, στο Χωριό Φουρνά της Ευρυτανίας την ώρα που έφυγε από την εκκλησία το απόγευμα του Πάσχα, μετά τη Λειτουργία της Αγάπης δολοφονία έγινε κατ” άλλους το 1819, το σωστότερο όμως είναι ότι έγινε το 1815 με τη συνεργασία του προύχοντα της Φουρνάς Γιαννάκη Κωστάκη, από τον Πύργο του οποίου ο Θέος πυροβόλησε τον Λεπενιώτη.

Αλλά κι όταν ο Σκόνδρα πασάς το καλοκαίρι του 1823 ξεκίνησε να κατακτήσει το Μεσολόγγι ο Νίκο Θέος έπαιξε το άθλιο παιγνίδι του.

Ο παραστάτης (βουλευτής) των Αγράφων Αναγνώστης Ζαρογιαννόπουλος επιστολή του από τη Μεγ. Λομποτινά στις 15 Οκτωβρίου 1823 πρς την Υπερτάτη Διοίκηση, ανάμεσα στ’ άλλα αναφέρει και τα εξής: «…Ο Νίκο Θέος με τον Τούρκο-Σταμούλην, ζητούσαν από τους επαρχιώτας να προσκυνήσουν. Έτρεξα και έπεισα ότι αυτός είναι «πλάνος του Σκόνδρα» να μην τον ακούσουν διότι θα φτάσουν τα πελοπονησιακά στρατεύματα και το περισσότερον έμψυχώθηκαν από την ορμήν του Μακαρίτου Μάρκου Μπότσαρη».

Από περικοπή πληροφορούμαστε ότι ο Νίκος Θέος και η οικογένειά του, έμειναν στο Κάστρο των Ιωαννίνων, ασφαλώς σαν φίλοι των Τούρκων όπου ο Θέος και ο Δρόσος αφέθησαν ελεύθεροι να αναχωρήσουν, κρατήθηκαν όμως οι ς οικογένειες των. Υποψία μας είναι ότι η αναχώρηση του Θέου και η επιστροφή του στο Κάστρο των Ιωαννίνων, έκρινε την τύχη της οικογένειας του πάνω στην οποία εκδηλώθηκε η οργή των Τούρκων για την μη επιστροφή του Νίκου Θέου. Έτσι μόνο εξηγείται ότι ο Θέος παντρεύτηκε την Τασιούλα Αντωνίου Καναβού, χήρα του Γρηγόρη Μεγαπάνου, και εγκαταστάθηκε στη Μεγάλη Λομποτινά μετά το γάμο του με την Καναβοπούλα.

Η Τασιούλα κληρονόμησε την τεράστια περιουσία του πατέρα της σε ακίνητα-κτήματα, το ορεινό λειβάδι στο Τσακαλάκι της Παπαδιάς, το τσιφλίκι στον Κάτω Μαραθιά, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το Παλιοχωράκι, καθώς και άλλα σε διάφορες τοποθεσίες κρατούσε δε τόσο γερά στα χέρια της την εκμετάλλευση αυτής της περιουσίας, που ακόμα και σε μας έχει φτάσει η φήμη της σαν σκληρής γυναίκας.

Η κόρη της Τασιούλας, η Μαρούλα Γρηγορίου Μεγαπάνου, πέθανε σε μικρή ηλικία και κληρονομήθηκε από αυτήν την ίδια.

Ο Νίκος Θέος, του οποίου το παρελθόν υπήρξεν εθνικά επιλήψιμο, φαίνεται πως μετά την απελευθέρωση κι ίσως μετά το γάμο του με την Τασούλα, άλλα πορεία και η στάση του έγινε αξιοπρεπής εθνικά και δημοκρατική. Γι’ αυτό ότι το 1835 εκδηλώθηκε η αντιοθωνική ανταρσία, ο Νίκος Θέος ήταν με το μέρος των αντιοθωνικών και γι’ αυτό ήταν υπό αυστηρή επιτήρηση, κι όχι μόνον αυτό αλλά υποχρεώθηκε και να φύγει από τη Μεγάλη Λομποτινά της οποίας ήταν μόνιμος κάτοικος.

Μια επιστολή που βρέθηκε στο αρχείο του Κώστα Μπότσαρη (αδερφός του Μάρκου) και συμπεριελήφθητε στην έκδοση του αρχείου τούτου από τον δισέγγονό του ναύαρχο Δ. Οικονόμου, και η οποία στάλθηκε στον Σουλιώτη στρατηγό από έναν χαφιέ της εποχής εκείνης που υπογράφεται με το ψευδώνυμο «ο Οίδας του γράψαντος» ενημερώνει τον Κ. Μπότσαρη «περί αντεθνικών κινήσεων».

Μεταξύ των «αντεθνικώς δρώντων» – οι χαφιέδες χρησιμοποιούν πάντα την ίδια φρασεολογία-είναι κατά τον χαφιέ Οίδα και ο Νίκος Θέος ο οποίος-γράφει-«επήγε εις Λομποτινάν με το πρόσχημα ότι θα έκτιζεν οικίαν… ότι το έκανε και ένας Δεληγωργόπουλος, ο οποίος επέρασεν εις Λομποτινάν. Διεπιστώθη – καταλήγει στην επιστολή του ο χαφιές – ότι αυτά που έλεγαν για χτίσιμο σπιτιού είναι ψέματα…».

Δεν ξέρουμε αν ο χαφιές ήταν Λομποτιανίτης. Μπορώ πάντως να βεβαιώσω —από προσωπική μου πείρα το λέω— ότι ο χαφιεδισμός είναι ζιζάνιο που ευδοκιμεί σε όλα τα εδάφη.

Ας κλείσουμε τη δυσάρεστη αυτή παρένθεση για τους χαφιέδες και ας συν σουμε με την Τασιούλα Καναβύ. Ο σύζυγος της Νίκος Θέος φαίνεται πως κατάφερε να περισώσει απ’ την οικογένεια του έναν γιο, τον Θεοδόσιο Νίκου Θέο οποίος κυρίως από το 1848 εμφανίζεται σε πολλά συμβόλαιο σαν μάρτυρας, στα οποία αναφέρεται σαν κτηματίας, μόνιμος κάτοικος Μεγάλης Λομποτινάς υιοθετημένος απ’ την Τασούλα Καναβού όπως αποσαφηνίζεται αυτό στο αριθ. 797/20.9.1848 συμβόλαιο-πληρεξούσιο στο οποίο εμφανίζεται ο Θεοδόσιος Νίκου Θέος ως πληρεξούσιος της θετής μητρός του Τασιούλας Αντων Καναβού και διορίζει τον κύριον Αντώνιον Κωνσταντίνου Πρωτοπαπάν υπογραμματέα του Ειρηνοδικείου Κραβάρων, κάτοικον Πλατάνου… Είναι φαν ότι η Τασούλα υιοθέτησε τον γιο του συζύγου της Νίκου Θέου, αφού η δική κόρη, η Μαρούλα Γρηγόρη Μεγαπάνου είχε πεθάνει.

Ο πατέρας της Τασούλας, ο Αντώνης Καναβός, δεν έχαιρε τη φήμη του καλού διαχειριστού ξένων χρημάτων, εκείνων μάλιστα που συγκεντρώνονταν για τον αγώνα, όπως αναφέρεται σε απόφαση που πάρθηκε ύστερα από συνέλευση των προκρίτων και δημογερόντων της Επαρχίας Κραβάρων στη Μεγάλη Λομποτινά κατά το 1827, και η οποία καταχωρείται σε άλλο μέρος του παρόντος.

Από τις εργασίες του Χ.Δ. Χαραλαμπόπουλου, θα παραθέσουμε ακόμα τη νεκρολογία του Αναγνώστη-Ανδρέα Καναβού.

Μετά πενθήμερον κακοήθη πυρετό, την πέμπτη 16 Μαρτίου απεβίωσε ο αξιότιμος αντισυνταγματάρχης Ανδρέας-Αναγνώστης Καναβός, αφήσας απαρηγόρητον λύπην εις όλους τους συγγενείς και φίλους του. Εγεννήθη κατά το 1790 εκ γονέων επιφανών. Οι προπάπποι και πάππος του μακαρίτου εκ των σημαντικοτέρων ανδρών της Στερεάς Ελλάδος, εχρημάτισαν Προεστώτες των Κραβάρων της Αιτωλίας, αλλά τούτων ανώτερος εφάνη ο πατήρ του Νικόλαος Καναβός. όστις υπερασπιζόμενος τους επαρχιώτας του, εναντίον των θελήσεων του Αλή πασά, κατετρέχετο τόσον επιμόνως από του διαβόητου εκείνου Σατράπη που ώστε πυροβοληθείς επί τέλους υπό τίνων αλβανών, και πληγωθείς καιρίως κατά την κεφαλήν, κατέφυγεν εις Αίγιον, εις τον οίκον των Λονταίων δια να σωθεί. Αλλά και απόντα τον εφοβείτο ο τύραννος, ώστε κατόρθωσε να φαρμακωθεί.

Τοιούτου πατρός άξιος απόγονος ήτο ο μακαρίτης Ανδρέας-Αναγνώστης Καναβός, όστις άμα ήνοιξε το στάδιον του υπέρ ελευθερίας αγώνος, προσφέρων θύμα εις τον βωμόν της ελευθερίας, άπασαν την πλουσίαν περιουσίαν της Καναβαίϊκης οικίας και προτιθέμενος σκοπόν την μέλλουσαν αποκατάστασιν έθνους, δεν εφείσθη ουδέ της ιδίας του ζωής, αλλά δραξάμενος των όπλων, υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, διατελούν αρχηγός των όπλων της Επαρχίας Κραβάρων και αναδειχθείς πολλάκις πληρεξούσιος και βουλευτής. Προ τεσσάρων περίπου μηνών έφθασεν ενταύθα, δια τινας υποθέσεις του και προπάντων την αποπεράτωσιν των εργασιών της Συνελεύσεως, συνετέλεσεν υπέρ του καλού κατά δύναμιν. Επί τοσούτον δε έφθασαν ο υπέρ της πατρίδος ζήλος και τα ειλικρινή του αισθήματα, ώστε πνέουν τα λοίσθια και κείμενος επί ψάθης, δια τηπενίαν εις ην ένεκα της επαναστάσεως υπέπεσεν, έλεγεν ότι αποθνήσκει ευχαριστημένος βλέπων το Έθνος αποκαταστημένον κατά την επιθυμίαν του. Απέθανεν εγκαταλείπων σύζυγον και δύο ανήλικα τέκνα, αλλά δεν αμφιβάλλομεν, ο Κυβέρνησης δεν θα αφήσει να δυστυχώσι τέκνα πρωταγωνιστού, θυσιάσαντος τα πάντα δια την απελευθέρωσιν του έθνους».

«ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ»22 Μαρτίου 1844

Ως προς τον γιο του Αναγνώστη-Ανδρέα Καναβού, τον Νικόλαο, καταχωρούμε τα παρακάτω:

Καθ’ α εξάγεται εκ των αρχείων της καθ’ ημάς Αρχιεπισκοπής υπ’αριθ. 948 και ημερομηνίαν 16 Απριλίου 1865 εξεδόθη άδεια δι’ ης διετάσσετο ο τότε εφημέριος του Χωρίου Αγά του Δήμου Σπεριχειάδος Κωνσταντίνος, να στεφανώσει τον εκ του δήμου Αποδοτίας Νικόλαον Α. Καναβόν μετά της Μαριγώς Ευαγγέλου Κοντογιάννη, κατοίκου του Χωρίου Αγά εις γάμον πρώτον. Εκ όμως τούτου προσάγεται και έτερον πιστοποιητικό εκ των μητρώων αρρένων το οποίον φαίνεται ότι εγεννήθη ο (Ιωάννης) Καναβός το 1866».

Από τα ίδια Σύμμικτα του Χ.Δ.Χ., καταχωρούμε και τις παραπέρα πληροφορίες του σχετικά με προηγούμενα πρόσωπα της ιστορικής οικογενείας των Καναβαίων: Είναι τα εξής:

  1. Αναγνώστης Καναβός γιος του Ανδρέα. Υπογράφει σαν μάρτυρας στην ιατροδικαστική απόφαση του 1747. Ο ίδιος υπογράφει σε άλλο έγγραφο 2.5.1746 σαν Αναγνώστης Καναβός χωρίς πατρώνυμο.
  2. Γιωργάκης (Λογοθέτης) Καναβός. Υπογράφει σε ομολογίες 18 15.3.1746.+25.8.1753.
  3. Κωνσταντάκης-Λογοθέτης Καναβός (+1775). Το όνομα του περιέχετο σε εμμάρτυρο γράμμα τις 27.9.1770.
  4. Νικολάκης-Αναγνώστης Καναβός (+1800 ή 1801). Είναι ο πατέρας του Γιωργάκη-Λογοθέτη Καναβού και του Αναγνώστη-Ανδρέα Καναβού. ΤονΝικολάκη-Αναγνώστη δολοφόνησε ο Αλή πασάς.
  5. Ιωάννης Καναβός, αδελφός του Νικολάκη.
  6. Αντώνης Καναβός, κι αυτός αδελφός του Νικολάκη, ο πατέρας της Τασούλας(1828).
  7. Γιώργος-Λογοθέτης Νικολάου Καναβός (+1826-αρχές 1827).
  8. Ανδρέας-Αναγνώστης Καναβός του Νικολάκη (+1844,16 Μαρτίου)
  9. Νικόλαος Αναγνώστου Καναβός (+1902)
  10. Ιωάννης Νικολάου Καναβός (+1866-1953,29 Απριλίου).

Στους παραπατώ πρέπει να προσθέσουμε και τον Παναγιωτάκη πεθερό του Γιωργάκη Σωτηρόπουλου.

Θα πρέπει ακόμη να πούμε ότι η Μάνα του Μπάρμπα Γιάννη ήταν κόρη του Βαγγέλη Κοντογιάννη. Ο παππούς του Γιάννη Καναβού, Βαγγέλης Κοντογιάννης, γεννήθηκε το 1800, πήρε μέρος στο μεγάλο αγώνα του 21′ από την αρχή και παρευρέθηκε σε διάφορες μάχες. Στη διάρκεια του Αγώνα και μετά απ’ αυτόν, υπήρξε όργανο του Κωλέτη, με εντολή του οποίου, πήρε μέρος σε πράξεις βίας στην Πελοπόννησο μετά την απελευθέρωση. Πέθανε στο χωριό Αγά της Σπερχειάδος στις 24 προς 25 Δεκεμβρίου 1875.

Ο Μπάρμπα Γιάννης Καναβός, ο τελευταίος της μεγάλης Λομποτιανίτικης οικογένειας των Καναβαίων, που πέθανε στις 29 Απριλίου του 1953, είχε σύζυγο την Παρασκευή το Γένος Παπακώστα, καταγόμενη και αυτή από την ίδια περιοχή όπως κι πεθερά της. Με το θάνατο του Μπάρμπα Γιάννη Καναβού, η μακραίωνη παρουσία και πολιτικοκοινωνική δράση της πρώτης οικογένειας της μεγάλης Λομποτινάς, της Επαρχίας Ναυπακτίας και μιας από τις ελάχιστες οικογένειες της Στερεάς Ελλάδος.

 

(Ανατύπωση από το Βιβλίο του Γ. Μ. Τσατσάνη «Η ΜΕΓΑΛΗ ΛΟΜΠΟΤΙΝΑ το χωριό μου, που τυπώθηκε σε 1000 αντίτυπα για λογαριασμό του Συνδέσμου Ανωχωριτών Ναυπακτίας)

 

Leave a Reply